Ladeninhaber - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Ladeninhaber - translation to Αγγλικά


Ladeninhaber      
n. shopkeeper, storekeeper, owner of a small retail store
shopkeeper      
n. Ladeninhaber
nation of shopkeepers         
  • '''The Woman Shopkeeper''', British School, c.1790-1800
REFERENCE TO ENGLAND, OR THE UNITED KINGDOM
Nation of Shopkeepers; A nation of shopkeepers
ein Volk von Ladeninhabern
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Ladeninhaber
1. Diese Aussage glaubt man dem Ladeninhaber sofort.
2. Ein Ladeninhaber berichtete, der Mann in einem Trenchcoat habe sich einen Schusswechsel mit einem Polizisten geliefert und in einem Bekleidungsgeschäft Deckung gesucht.
3. Die war zehn Jahre lang mit Schlabberlook und sackartiger Mode verschwunden". "Mit einem Korsett ist man immer chic" Kundin Angie Beier pflichtet ihr bei: "Es ist etwas für die Optik – klassisch elegant und sehr weiblich." Die 50jährige Kripo–Angestellte findet: "Mit einem Korsett ist man immer chic, egal ob man es unter Kleid oder Bluse oder einfach zu einer Jeans trägt." Daß Kritiker anführen, mit dem Tragen von Schnürkorsetts würden Frauen "die Emanzipation verraten", verstehen weder die Ladeninhaber noch ihre Kundinnen.